|
ο энтузиаст #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово энтузиаст? — ενθουσιαστής как с (ново)греческого переводится слово ενθουσιαστής? — энтузиаст — κυβερνήτης — μάμμη — καρμίρης — νόμισμα — ιδρυματικός — φτουρώ — σημαφόρος — μεγαθήριο — χρωμοτυπία — ριντό — σωματείο — έναρθρος — μεθοκόπημα — καρκινοματώδης — πολεοδομικός — σταθεροποίηση — μετασκευάζω — ηγουμένη — μεταβολίζω — ξηροκάρπι — σαρωματίνα |
|||