|
το мусор, сор #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мусор? — αποσάριδο как на (ново)греческом будет слово сор? — αποσάριδο как с (ново)греческого переводится слово αποσάριδο? — мусор, сор — χαράκτηρίζω — ευμορφοκαμωμένος — ξεκουτιαίνομαι — αναρραγίζω — θεματικός — διεύρυνση — καλαμιώνας — ανεύρυσμο — ερειστικός — βλεννόρροια — μελίτωση — σπόγγισμα — πολυτελής — οστρακόδερμος — σιδηρομαγγάνιο — κάρτα — απολυτισμός — κήπευσις — ερρήθην — δακτυλίτιδα — καλαμαροχτάποδα |
|||