|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πορφυρόχρωμος? — — ομογάστριος — πυελομετρία — νήδυμος — εγκαρτέρηση — ασκούριαστος — έντιμος — κομπαστικός — μάργη — οπωροσάκχαρο — ευγονική — γλυκοτρέμω — βουτυρένιος — αμουσία — εστεγασμένος — ενδοφλεβίτις — στενό — παγκοίνως — γύμνασμα — περιδίνηση — μαλακανδρέας — αναψυκτήριο |
|||