ενδοστρέφεια

формы словаβ
ενδοστρέφεια



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ενδοστρέφεια? —


λημερεύωρεγάλοανάγυρτοςαποθαρρύνωκομμάτιασμαμελοδραματισμόςακαταπάτητοςδραματουργώαντικοινωνικόςπαραγερνώβογγάωεξορκίστριανίλασκάωαποσκεπαστόςασαγήνευτοςαξαόπουλοοκτα-αντιαεροπλοϊκόςαρχομανήςεμβόλιμος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit