|
одинаково, точь-в-точь #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово одинаково? — απαράλλαχτα как на (ново)греческом будет слово точь-в-точь? — απαράλλαχτα как с (ново)греческого переводится слово απαράλλαχτα? — одинаково, точь-в-точь — αϋφαντοπάνι — γάλλισσα — αργυροκουδουνάτος — αυθυποβολή — διαβολάκος — φά — φλαμπουριάρης — αντιδεοντολογικός — ξυράφι — φοινίκων — πούστικος — γερουσιαστικός — πλουτοφόρος — δισκελής — ξεδόντιασμα — πολυχρονισμός — αβλάστητος — κηροποιός — μεταβιβαστικός — διχάζομαι — γκαμπαρντίνα |
|||