ευνούχ|ος

формы словаβ
ευνούχ|ος
ο скопец, евнух



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово скопец? — ευνούχος
как на (ново)греческом будет слово евнух? — ευνούχος
как с (ново)греческого переводится слово ευνούχος? — скопец, евнух


απόκρυφοαμάλλιαγοςζούρλααναποσφράγιστοςγοητεύωεπικριτικόςπορνογραφίαραχάτ-λουκούμιαγριόχηναμαρτυρολόγιοφώνημαπροχείρωςιχθυάλευραυποδηματοποιείοαρρυμοτόμητοςφανφαρόνικοςδεχούμενοςεξαθλιώνομαιάκαυτοςαρσενικόλεπτοφυής




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit