|
το стиль #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово стиль? — στύλ как с (ново)греческого переводится слово στύλ? — стиль — παγκοσμιοποίηση — απαράλειπτος — μαυρομάτικα — χειροτέχνης — διερεύνηση — ιδεολογία — λευκοσιδηρουργός — χοροδιδασκαλική — συνέτιση — φωτοάλμπουμ — εξαερωτήρ — νταβάνι — καταντοίνω — σκάτωμα — χάϊδεμα — στιχομυθία — κακοήθεια — δεκατετραέτις — τσουλίτσα — χαρούδια — ανιχνευτικός |
|||