|
η мед. блефарит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово блефарит? — βλεφαρίτιδα как с (ново)греческого переводится слово βλεφαρίτιδα? — блефарит — Ισπανή — φουμάρω — συνεπιφέρω — ζέον — δυσκατανόητος — πορθμός — γελάδα — χειρολαβή — απάρνηση — διομολόγηση — θρέμμα — γλωσσίτσα — αντικειμενισμός — βαθύφωνος — αυτόθερμος — αλεξιπτωτίστρια — ελαιοκομία — απορροφώμαι — ολάκριβος — κουβαλιούμαι — ιπποτισμός |
|||