|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σπιτάκι? — — ελεγειογράφος — επαγώγιμος — εξοτμίσιμος — κρυστάλλουργείο — φυσιολάτρισσα — επιλαμβάνομαι — αφυλλος — καρδαμώνω — πετρελαιοειδή — φτωχοκαλύβα — Λεβαντίνα — φυτίστρα — θεοσκοτωμένος — εντολεύς — επιπολαιότητα — αστυΐατρος — ακουαρέλα — σκολόρθα — ζλάπι — φιλώ — χορτοφαγία |
|||