|
η мор. причальная тумба #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово причальная тумба? — δέστρα как с (ново)греческого переводится слово δέστρα? — причальная тумба — αυθημερόν — δέρνω — ανατοποθετώ — ολιγοπώλιο — δεινοθήριο — αναλόγως — βάιαλλος — πορνείο — μπουμπουνητό — στραβολαιμιάζω — επουλωτικός — ερωτόπλαστος — δικαιωτής — μητροσκόπιο — αποκενώνω — επανάγω — χαλυβουργία — βαμβακομάλλινος — θαλάμι — αριφνησιά — καλλιτεχνία |
|||