|
ο германизация; онемечивание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово германизация? — εκγερμανισμός как на (ново)греческом будет слово онемечивание? — εκγερμανισμός как с (ново)греческого переводится слово εκγερμανισμός? — германизация, онемечивание — Χιλιανή — αρχοντάνθρωπος — καταρτισμένος — αγωγεύς — δυτικά — αλασκάριστος — ισπανομαθής — ξηροπόταμος — πολυσυλλάβως — ζάλισμα — φουρκέττα — δωρώ — πουκαμισιά — ωογενής — ραγισμένος — αμαξίδιο — πλανητικός — φιλές — αυστραλιακός — ενάντια — διαφωτίζω |
|||