εισπνεόμενο

формы словаβ
εισπνεόμενο



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово εισπνεόμενο? —


τεμαχηδόνπορδήυπεσχημένοςθεογονίαμπριστόλκάπωςαχυραποθήκηεπιδεικνύομαικακιώνωαλληλεξάρτησηεξαποστέλλωιπποπόταμοςμονοφασικόςενσφραγίζωάθαπτοςανδροκοίτηςδιορατικρόςγράμμωσηανελαστικόςυπερθέτωπροωθητικός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit