Новогреческий словарь
φαραώ
φαραώ
ο ист.
фараон
;
===
φόρεμα ~ — пёстрое платье
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
фараон
? —
φαραώ
как с
(ново)греческого
переводится слово
φαραώ
? — фараон
#
(ново)греческий словарь
—
παραμυθού
—
βαφτώ
—
παραθερίζω
—
τσαγκαράδικο
—
φακιρισμός
—
καμπανιά
—
ξαναφκειάνω
—
καμηλοπάρδαλη
—
συνθιασώτης
—
αυγουστιάτης
—
εμπίπτω
—
ξινοστάφυλο
—
οινοποίηση
—
δικρανίζω
—
χιλιαρχία
—
ασπροσίτικος
—
πλατάγισμα
—
νόθευμα
—
φιλοτέλεια
—
ασχημογυναίκα
—
ξαδέρφι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω