|
το лошадь (чаще кавалерийская) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лошадь? — φαρί как с (ново)греческого переводится слово φαρί? — лошадь — ανθοταξία — αδικώ — γναφευτική — μαρμαρογλύφος — αυτοπερκρρόνηση — ανάκριση — τουρκόπουλο — καλλιτέχνιδα — δοκιμαστής — κωλογάμητος — γράμματα — ανατομία — φαφλατάδικος — εμπνέυομαι — τζαμπατζίδικος — ιαπετικός — ανισοψηφία — ετοιμόγεννος — μονομεταλλισμός — ενεμήθην — ηλεκτροτεχνία |
|||