|
η убийство; απόπειρα ~ς — покушение на убийство #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово убийство? — δολοφονία как с (ново)греческого переводится слово δολοφονία? — убийство — ιατροδικαστίνα — συμπαραστάτρια — κλώσιμο — αποστέριος — γλήνος — θεριό — ζάρκος — ακαρίαση — καπινός — νευρών — γεωμετρικός — αββαείον — ενάγουσα — γιγαντόσωμος — σκαρτεύω — μί — μαλλιοτράβηγμα — σφαλερός — λαϊκότητα — ακακοπάθητος — ξεροτρώγω |
|||