|
ο торговец птицей ( курами) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово торговец птицей? — κοτάς как с (ново)греческого переводится слово κοτάς? — торговец птицей — πεδιάδα — πουσταρέλλι — παγγερμανιστικός — ποιόν — καλομεταχείριση — κατάκορφα — σαντούρι — δρομικός — αγγουρόσουπα — ταμιευτήρας — δοκουμέντο — υφαλόχρωμα — τσίκνισμα — στολαρχίδα — ξεστουπωτήρι — συλλογισμένος — φυτογεωγραφία — κόλασμα — νησσοτροφία — λυρισμός — ατέρμων |
|||