|
η перуанка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово перуанка? — Περουβιανή как с (ново)греческого переводится слово Περουβιανή? — перуанка — γκρεμίζομαι — χειμωνιάζει — ξινίζομαι — κωλογλείφω — ναφθαλίνιο — ενύδρωση — σουρομαλλιάζω — συντάσσοντας — αμετατόπιστος — αποθηκάριος — κιοτεύω — επανέλεγχος — παραπετώ — χαράζω — δίπορτος — τράμπα — μετατάσσω — φτωχούτσικος — λανάρι — κουρούπα — βαμβακοπαρογωγικός |
|||