|
το лестничная площадка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лестничная площадка? — πλατύβαθμον как с (ново)греческого переводится слово πλατύβαθμον? — лестничная площадка — ποιητικότητα — μηλιόρι — μακαρονοειδής — δακτυλόδεικτούμενος — ερμητικός — εξέταση — φούρκα — μαθητεύω — ηδύποτο — ωρισμένα — χολοδόχος — Ε — σωλήνας — αλογόπετρα — χρονιά — πορφυρόχρωμος — σαρδόνιος — βόλαγμα — αναμόχλευμα — διημέρευση — απαισιοδοξία |
|||