|
η тундра #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тундра? — τούντρα как с (ново)греческого переводится слово τούντρα? — тундра — αλίπαντος — βραχιάζομαι — ευπλαστικός — στεκούμενος — φαγούρα — ακουμπώ — τυρόπηγμα — καθαρεύουσα — ασπρολούλουδο — πενηντάχρονος — οικόπεδο — βανανέα — συγκρουστήρας — μαλλιοτράβηγμα — οιδηματώδης — εφαρμόζω — απονήρευτος — αναστολέας — διχάζω — διαμετρικός — αντίδερο |
|||