|
η косолапость #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово косолапость? — ραιβοποδία как с (ново)греческого переводится слово ραιβοποδία? — косолапость — παμψηφεί — νερόπλυμα — ανάσχολος — αποβάφω — τελωνειακός — εξώθησις — ιογενής — οργανοπαίκτης — συδυό — επταετηρίδα — αναμερισμένος — τιμάριθμος — εκβολάς — ελαιόλαδο — χρυσίο — επταπλασιάζω — πτεροφυία — ψυχοθεραπευτής — κυττάζω — αποστοιβάζω — σφάχτης |
|||