|
делать выпуклым; надувать (паруса) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово делать выпуклым? — ανακολπώνω как на (ново)греческом будет слово надувать? — ανακολπώνω как с (ново)греческого переводится слово ανακολπώνω? — делать выпуклым, надувать — ψιλογνέθω — σωστό — μακραίων — γαριάζω — νερόπιασμα — πιττακώνω — λαιλαπώδης — ραπτική — φουντούκι — φραγκοράφτης — κακομοιριασμένος — προλεταριακός — δικαιωτής — ακατάβλητος — μυδόσουπα — αυτοφωτογράφηση — αρράγιστος — εικονοστάσιο — μοτοσυκλέτα — σούβλα — υποδεκάλιτρο |
|||