|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κειά? — — παραχωρητής — κόασμα — ορθολογιστής — δείξη — ρεπανόσουπα — βδελυρότης — δεντρογαλιά — συσσωρευτικός — εκκλησιάρισσα — ομφαλίς — δηλώνοντας — παλαιογραφικώς — λοκάντα — αντιπέμπω — δικός — ελληνικά — βιβλιοκλόπος — αλμυρούτσικος — ανυφαντής — δικαιολογιέμαι — εταίρα |
|||