|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βυνοποιώ? — — καθολικά — κατεπείγον — βουβωνικός — Τιτάνες — επικερδής — πλαστογράφος — συνθέτης — συχαρίκια — σταυρωτός — ξαναγίνομαι — διεκπεραίωση — μοσχοκαρύα — καμουφλάζ — αντιαλγικός — ψυκτικός — αναδείχνομαι — φιλοδοξία — χειροδικώ — πυοδερμίτις — δροσίζω — πυαιμία |
|||