|
ο 1) соболь; 2) соболий мех #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово соболь? — ζερδαβάς как на (ново)греческом будет слово соболий мех? — ζερδαβάς как с (ново)греческого переводится слово ζερδαβάς? — соболь, соболий мех — βιοπάλη — υποτείνουσα — ξεγόφιασμα — επιδεικτικός — σίελος — αποβλητικός — πήξιμο — θερμάστρα — καμηλιέρης — μυραλοιφή — αρχιτσόγλανος — μεσοστύλιο — Ισπανίδα — αφοριστέος — αθυμίαστος — βαθύνω — πολυτιμότητα — ρίνισμα — αναθιβάλλω — συμπυροβόληση — τοπαρχία |
|||