Новогреческий словарь
γραφειοκρατία
γραφειοκρατία
η 1)
бюрократия
;
2)
волокита
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бюрократия
? —
γραφειοκρατία
как на
(ново)греческом
будет слово
волокита
? —
γραφειοκρατία
как с
(ново)греческого
переводится слово
γραφειοκρατία
? — бюрократия, волокита
#
(ново)греческий словарь
—
υδροχλωρικός
—
παραπανήσιος
—
κέκτημαι
—
ανεμίδι
—
λεγεωνάριος
—
αντισοβιετικός
—
κυφούμαι
—
πυρίμαχος
—
νιτρικός
—
κατοβλητικός
—
Καναδή
—
δισκάρι(ον)
—
φουντώνω
—
ευχολόγιον
—
στέρεα
—
εμβολιαστικός
—
υποδειγματικός
—
αλογολάτης
—
Η
—
απόθετος
—
υποκειμενικότητα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве