|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγριοκούνελο? — — ανδρογένεια — βροχερός — ιχθογόνος — ηλεκτροακουστικός — αραδαριά — εβδομαδιάτικος — αργυροκρυστάλλινος — χρώση — κακεντρεχής — σύνταχα — καραβέλα — συρμή — σχοινοσύντροφος — διές — αλευροπωλείο — φτωχοκομείο — υποδιεύθυνση — σωβινισμός — νοτιοδυτικά — κιούγκι — ξενολατρία |
|||