|
η мед. эклампсия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово эклампсия? — εκλαμψία как с (ново)греческого переводится слово εκλαμψία? — эклампсия — αναπληρωτής — αθάμβωτος — προανάκρουσμα — μαντεμένος — εμπυηματικός — πληροφοριοδότης — εύκλωνος — κομψεύομαι — δοξολόγημα — αμαρταίνω — τηλεχειριστήριο — μινωικός — ξεδιάντροπος — πρωτομαιάτικος — κηπάκος — παραδοξολόγημα — αγγελοζωγραφιστός — ναι — χρειαζούμενα — παιδοχειρουργική — ἀποοσκοέω |
|||