|
το силомер, динамометр #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово силомер? — δυναμόμετρο как на (ново)греческом будет слово динамометр? — δυναμόμετρο как с (ново)греческого переводится слово δυναμόμετρο? — силомер, динамометр — ανάκρουσμα — οφειλετικός — εξελληνισμός — υγροστάτης — σεληναίος — απομεινάρης — ξύλωμα — αχνοβολή — βαλανηφόρος — καυχησιολογία — ρεζιλεύω — κίτρινο — πορτάρης — προληπτικός — ανυπόβλητος — μαλαθούνα — απαιδαγωγησία — αναδιόρθωση — οικόπεδο — κατακύρωση — έκρους |
|||