Новогреческий словарь
μετοικίζω
μετοικίζω
переселять
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
переселять
? —
μετοικίζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
μετοικίζω
? — переселять
#
(ново)греческий словарь
—
κούρταλα
—
τέλειωμός
—
συνταγματικότητα
—
μύθευμα
—
λαβράκι
—
νοτερός
—
αποσύνθεση
—
ελευθερώτρια
—
ερωτομανής
—
ραδιουργία
—
αγορεύω
—
αζαχάριαστος
—
περίσταση
—
ευλογιάρης
—
εξωφρενικότητα
—
πυελονεφρίτιδα
—
γαλατάς
—
βόγγος
—
ανήστευτος
—
ανθοφορία
—
κερί
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве