Новогреческий словарь
απισχναίνω
απισχναίνω
(αόρ. απίσχνανα, παθ. αόρ. απισχνάνθην)
иссушать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
иссушать
? —
απισχναίνω
как с
(ново)греческого
переводится слово
απισχναίνω
? — иссушать
#
(ново)греческий словарь
—
ενδοθήλιον
—
κουρέλιασμα
—
παρεστώς
—
αυτοκαταδικάζομαι
—
παλαμίδα
—
συμφορητικός
—
υδρωπιώ
—
αρσενικίαση
—
ενδοθι
—
ξαφριστήρι
—
οξυϋδρικός
—
αφιλοδώρητος
—
χαλκόστομος
—
αυθαίρετα
—
ανασβολιά
—
κακοστομαχιάζω
—
φλέγα
—
λαϊκοαπελευθερωτικός
—
αδίκως
—
άκαιρος
—
θεομπαίχτισσα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,