|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово επαγγελματισμός? — — φαγώθηκα — αφιλομαθία — σπογγαλιεία — ζήλος — αφαντασίαστος — στωϊκός — άρτεμα — φιστικοβούτυρο — χιλιομετροδείκτης — φανερωτής — κύρτωμα — πρωτεύω — ιδίως — επιδιορθωτής — Αγγλοσάξονας — κοινοτάρχης — αναλογίζω — σιδεράδικο — βιβλιογνώστρια — δίβουλος — αποκρυστάλλωση |
|||