|
ο ком. контрагент #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово контрагент? — υποπράκτορας как с (ново)греческого переводится слово υποπράκτορας? — контрагент — αναρρούσα — χελωνίδες — εσχαροκιβώτιο — ωρολογιακός — σπινθηροβόλημα — βαρομετρικός — βαλσάκι — αχρείαστος — ήθημα — ξαπλωταριά — τεντωτός — βούλευμα — μανικιούρ — σείομαι — αρτιθανής — ταφτάς — βουλκανισμένος — ανεμόμυλος — ασίμωτος — κατάλογος — πορισμός |
|||