|
το 1) распродажа; 2) перен. расправа #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово распродажа? — ξέκαμα как на (ново)греческом будет слово расправа? — ξέκαμα как с (ново)греческого переводится слово ξέκαμα? — распродажа, расправа — εύγε — δασύσκιος — αυθαίρετα — εκμηδένιση — δικρανίζω — ραγιστός — βόρειας — αιματιά — ηλεκτροπληξία — ολβιότης — ξεκρεμάω — ανίχνευτος — μελισσοκόφινο — σαλπιγκτής — μαξιλλαρώνω — μήνυμα — λαμπαδηφόρος — κλιμένος — επιστεφάνωμα — τζαμπατζής — σύχλιος |
|||