|
чёрный как уголь #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово чёрный как уголь? — ανθρακόχρους как с (ново)греческого переводится слово ανθρακόχρους? — чёрный как уголь — φυλακή — εξαδυνατώ — φρεσκοξυρισμένος — υπέρκειμαι — ραδιοσκόπηση — εκτοπισμός — διαδρομώ — στρωματσόπανο — χειροβομβιστής — περιώνυμος — μεταλαβαίνω — μυροβόλος — ερωτοπαθής — σεκλετίζω — απαρτίζομαι — προνόμιο — γηράματα — ελκυστίνδα — τελείως — φτερνιστήρι — εντερογραφία |
|||