|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово επιστημονικά? — — λαμπάδιασμα — φαρδύς — ετυμολογικά — λογόρροια — γλυκοπατάτα — απορροφητήρας — βελόνα — χαλκοειδής — τσίνισμα — τεχνοκριτικός — φεγγαρίσιος — κολύμβηση — χάλαρο — ηχόχρωμα — εξηγητέος — λυσσιακό — αφροδισία — σήκωμα — παρακεντέδικος — περίσσιος — φιστικοβούτυρο |
|||