|
η короткопалость #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово короткопалость? — πηροδακτυλία как с (ново)греческого переводится слово πηροδακτυλία? — короткопалость — επαλλάσσομαι — φαλαινοθηρικός — σπατουλάρω — κατασταλαγμένος — αθεΐα — λίμνη — εξανθρακωτικός — βασιλόφρων — εφτάρα — δαφναίος — φαρδιά — βουλευτικός — αητός — ελήσιος — ξεκοκκάλιασμα — αγροίκητος — εκχώνω — ακτινογράφος — αλησμονώ — αρμόνιο — πλασάρω |
|||