|
η авантюристка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово авантюристка? — τυχοδιώκτρια как с (ново)греческого переводится слово τυχοδιώκτρια? — авантюристка — μπόρα — σφύρα — σεναριογράφος — επιλέξιμος — αμφιτέμνω — διήθημα — μπομπαρδίζω — πολεμεφόδια — κρεββατώνομαι — σκηνικός — παρλιακός — ακινητότητα — αρματωμένος — αλογοτάκια — αδέλφι — τζανεριά — αποφόρτιση — αντιστένομαι — καίρια — εγωκεντρικός — δέων |
|||