|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγάμητος? — — περιορίσιμος — κόφτω — ρόπαλο — αδαημοσύνη — σύνολο — παρακουράζομαι — σοφράν — αμερικανικός — απλολογία — πινακοθήκη — υποκάμισο — αψιδοειδής — καλάμη — μεταλλοειδής — ηγουμενεύω — διατρέξαντα — εξευτελίζω — πολυφαγία — στιβαρότητα — σουβαντίζω — αυτοκυβέρνηση |
|||