|
ο пекарь #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пекарь? — αρτοποιός как с (ново)греческого переводится слово αρτοποιός? — пекарь — ανακατανομή — μοναδικός — επιβραχυντικός — πλήθυνση — Γαλλία — νοσηρώς — παραγγέλλω — χοληδόχος — κυματισμός — μεσίστιος — θαλασσοφοβία — γιαρέντης — ευρέθην — γριτίδικος — αδιατήρητος — ερήμην — μπουλαμάς — έθεσα — αυτοεπαινούμαι — ψυχοκοινωνιολογία — ρωγμώδης |
|||