Новогреческий словарь
στεάτινος
στεάτιν|ος
сальный, стеариновый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
сальный
? —
στεάτινος
как на
(ново)греческом
будет слово
стеариновый
? —
στεάτινος
как с
(ново)греческого
переводится слово
στεάτινος
? — сальный, стеариновый
#
(ново)греческий словарь
—
προσχώνομαι
—
ομματοϋάλια
—
χασάπικο
—
γόργειον
—
κωλοφωτιά
—
γκιζέρι
—
πιανίστας
—
αφρισμός
—
καμήλα
—
υποεπιτροπή
—
αμπόλιασμα
—
ακαυτηρίαστος
—
αναγωγή
—
γαρμπόζος
—
αγαπιάρης
—
αδόλεσχος
—
αρρυμοτόμητος
—
μεταπράτης
—
προτροπάδην
—
παιχνιδούπολη
—
σημαίνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,