εκνίτρωση

формы словаβ
εκνίτρωση
(-εως) η хим. денитрификация



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово денитрификация? — εκνίτρωση
как с (ново)греческого переводится слово εκνίτρωση? — денитрификация


καραδοκώμηχανολόγοςανεμομάζωχτοςπροπεμπτήριοαμνηστίακολλύριοαχυρόπλεκτοςφωτοσκίασηβυθόμετροανοστίζωανεγκωμίαστοςαμφικτίονεςαρχηγίνατεσσεράμισιαλβανικάτοπωνυμίαβιοτεχνίαπληρώεκπνευσηΡχώρηση




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit