Новогреческий словарь
λευχαιμία
λευχαιμία
η мед.
белокровие, лейкемия
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
белокровие
? —
λευχαιμία
как на
(ново)греческом
будет слово
лейкемия
? —
λευχαιμία
как с
(ново)греческого
переводится слово
λευχαιμία
? — белокровие, лейкемия
#
(ново)греческий словарь
—
έφαγα
—
πρωτομαγείρισσα
—
μικροκλέπτης
—
αποθεματικό
—
κατάστεγνος
—
επιβουλή
—
γκρεμά
—
δρόμος
—
αλλοστροτίζω
—
δελφινάριο
—
αλοπηγός
—
προάγγελος
—
σόττος
—
εξηνταβελόνα
—
κονταίνω
—
ψευτόμαγκας
—
μεταναστεύω
—
τορπίλλα
—
γαβάρρα
—
αμπερομετρικός
—
γαστρικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω