|
ο двоюродный брат #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово двоюродный брат? — πρωτεξάδελφος как с (ново)греческого переводится слово πρωτεξάδελφος? — двоюродный брат — λυκοπάνθηρος — ανοιγμένος — λαλοπάθεια — πασσαλείβομαι — παραληρηματικώς — βαρυαυλητής — παράκειμαι — προγαμιαίος — κοφεόδενδρον — ξαναφέρνω — θυμώνω — εγκράτεια — ενδιαφερόμενος — ξυλοκόπημα — π.μ. — χαϊδιάρα — ιδιοκτησία — ατιμαστής — επτάκις — δικογραφία — εκμηχανίζω |
|||