|
ο юноша; подросток #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово юноша? — νεανίας как на (ново)греческом будет слово подросток? — νεανίας как с (ново)греческого переводится слово νεανίας? — юноша, подросток — ταπετσιέρης — δυναμομέτρηση — μεσημεριανός — παιχνιδιάρα — ετεροφυλλία — αλυκή — αγαπησιάρης — ετυμολογικά — προσέτι — θίασος — τονικός — νομάς — εξανέστην — διάβα — πολιτικάντης — υφίσταμαι — σταλίκωμα — πρωτομάρτυρας — ανέμισμα — τσακίζω — φθισιῶ |
|||