|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δώρισμα? — — τίποτε — σκουντουφλάω — βομβακοκλωστήριο — λιχνιστικός — θεραπεύσιμος — λαλαγγίτα — γιαμά — ασφοδέλι — ομοιομορφία — κιβούρι — λιμαδόρος — παράλογο — ενορίτισσα — διελκυστίνδα — γεροδένω — πρωτόκολλο — κλοτσίδι — γρηγορεύω — χαροπάλεμα — θεόπεμπτος — αχυρμιά |
|||