|
биографический #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово биографический? — βιογραφνκός как с (ново)греческого переводится слово βιογραφνκός? — биографический — διατέμνουσα — λουλουδώ — φαρμασόνος — αποσταίνω — κωπαίος — παραπλεύρως — ανικανοποίητο — εβδομηκονταετηρίδα — φωτοτηλέγραφος — μήνυση — γεννήτωρ — αναθομίζω — μορφοποιούμαι — άμωμος — κλίβανος — αταξικός — υπερόπτις — σέρρα — αναγωγή — δεδηλωμένα — εφαρμοστής |
|||