|
(-εως) η эвфемизм #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово эвфемизм? — αντίφρασις как с (ново)греческого переводится слово αντίφρασις? — эвфемизм — σκοίνο — στομφάζω — χούφτα — επάρατος — κομψογράφος — παρατεταγμένα — πατούχας — ανακίνηση — μακρόπους — τσινιά — αυτοβοήθεια — ομοιάζω — θέσμια — οξυϋδρικός — μέ — καθιζάνω — διλεττάντης — πτυελίστρα — οχιά — επίφυτα — αποτρώγω |
|||