κρεμέζο

формы словаβ
κρεμέζο
το кошениль (краска)



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово кошениль? — κρεμέζο
как с (ново)греческого переводится слово κρεμέζο? — кошениль


άλιαστοςγαλακτοκόμοςπροτεραιότηταμεσίτευσηκασίδηςσυμπιεσμένοςαξονομετρικόςάβολααθρυμμάτιστοςταώςψιλοδουλειάανυποληψίασπιούνοςσυνταξιοδοτικόςσακοράφαπρόπλασμαοκτωβριανόςακαταληψίασυμβούλιοαπαγίδευτοςδιπλοθεμελιώνω




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit