|
η почитательница античности #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово почитательница античности? — αρχαιολάτρισσα как с (ново)греческого переводится слово αρχαιολάτρισσα? — почитательница античности — διπλωπία — εμφυσητήρας — βήξιμο — πάστρα — ψελλότητα — καλαντζίδικο — αξιαγάπητος — αρκουδόμουτρο — φωνασκώ — παρασιωπώ — φωλεύω — χαρισματικός — απλοϊκός — απτερύγωτα — κουρούνα — ομοφωνώ — λοή — καλοκτίζω — σιτόχρους — ανελικτικός — αχυρόχαρτο |
|||