|
η мед. воспаление век #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово воспаление век? — ψωροφθαλμία как с (ново)греческого переводится слово ψωροφθαλμία? — воспаление век — σκαλούνι — γοβάκι — φιόγκος — γεωπονικός — αστριφτος — ειδικά — κυτίον — χιλιόχρονος — δενδροβάτης — αρρενοκοίτης — ρεγχάζω — μονοπώλιο — σπουργίτι — μονογραφία — απόβλητος — μελωδικός — συννεφιά — ακκισμός — ξεχαρβαλωμένος — τρυφή — εξισώνομαι |
|||